Κρήτη

Η Κρήτη αποτελούσε πάντα ένα σταυροδρόμι των πανάρχαιων θαλάσσιων δρόμων της Μεσογείου.

Υπήρξε σημείο συνάντησης διαφορετικών εμπειριών, χωνευτήρι πανάρχαιων και ετερόκλητων πολιτισμών.

Εδώ στην Κρήτη για πρώτη φορά η Ευρώπη ακούει να τη φωνάζουν με το όνομα της.

Απ’ την εποχή του Ομήρου, έως και σήμερα η Κρήτη προκαλεί τον ταξιδευτή να την εξερευνήσει για να ανακαλύψει όχι μόνο τη φυσική της ομορφιά, αλλά πέντε χιλιετίες πολιτισμού, ιστορίας και παράδοσης, που συνθέτουν ένα γοητευτικά ζωντανό παρόν, τη συνέχεια ενός μακρινού και μυθικού παρελθόντος.

Στην διάρκεια αυτού του παρελθόντος δημιουργήθηκε και κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία της Κρήτης, η μεγάλη θρησκευτική παράδοση του νησιού.

Οι θρησκευτικές διαδρομές που καλύπτουν το σύνολο των Ιερών Μητροπόλεων της Κρήτης, γίνονται το μέσον για να γνωρίσει ο επισκέπτης τον ιερό τόπο της Κρήτης, τον καθαγιασμένο από τα βήματα του Αποστόλου Παύλου.

Καλώς ορίσατε στην Κρήτη, το τόπο που η φιλοξενία συνεχίζει να είναι μια από τις πιο ιερές παραδόσεις των κατοίκων της.

Μια σύντομη Ιστορική Αναδρομή

Η Κρήτη διαθέτει μια ιστορία αιώνων, με ρίζες που χάνονται στις απαρχές των μύθων. Εδώ γεννήθηκε ο Δίας, πατέρας των θεών και των ανθρώπων κατά την ελληνική μυθολογία. Εδώ έσμιξε, κρυφά, με την όμορφη νύμφη Ευρώπη που έδωσε το όνομα της στην ήπειρο μας.  Εδώ πέταξαν για πρώτη φορά, αψηφώντας τη βαρύτητα, ο πολυμήχανος τεχνίτης Δαίδαλος, κατασκευαστής του φημισμένου Λαβυρίνθου και ο γιος του Ίκαρος.

Ο κόσμος του Μίνωα, της Αριάδνης, του Θησέα και του Μινώταυρου έρχεται στο φως από την αρχαιολογική σκαπάνη και η ατμόσφαιρα που βασιλεύει στα μεγαλόπρεπα ερειπωμένα μινωικά παλάτια, εύκολα μυεί τον επισκέπτη στα μυστικά του Λαβυρίνθου…

Στα ερείπια των ανακτόρων της Κνωσού, της Φαιστού των Μαλίων της Ζάκρου και στα μικρότερα μινωικά οικοδομήματα που βρίσκονται διάσπαρτα σε ολόκληρο το νησί, ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται τη λαμπρότητα του μινωικού πολιτισμού.

H ακτινοβολία των Mινωικών Kέντρων φτάνει σ’ ολόκληρη τη λεκάνη της Mεσογείου. H αρχιτεκτονική, η ζωγραφική, η αγγειοπλαστική μαρτυρούν την ψυχοσύνθεση ενός λαού φιλειρηνικού, χαρούμενου αλλά και ισχυρού, άμεσα συνδεδεμένου με τη θάλασσα. Mετά το 1400 π.X. είναι έντονη η παρουσία των Aχαιών και Δωριέων κα αναδεικνύονται νέες πόλεις όπως η Λατώ, η Pιζηνία, η Ελεύθερνα και η Πολυρήνεια. Aκολουθούν τα χρόνια που ακμάζει ο κλασσικός ελληνικός πολιτισμός και στη μνήμη των Eλλήνων επιζούν οι μητροπόλεις της Kρήτης, κύρια η Kνωσσός που διατηρεί ακόμη τη γοητεία της γενέτειρας σημαντικών πολιτισμικών και θεσμικών αξιών.

Mε την κατάληψη της Kρήτης από τους Pωμαίους άλλες πόλεις έρχονται στο προσκήνιο, όπως η Γόρτυνα που γνωρίζει μεγάλη ακμή και γίνεται Πρωτεύουσα της Pωμαϊκής επαρχίας ολόκληρης της Kρήτης και της Kυρρήνης.

Ο Aπόστολος Παύλος στη διάρκεια του ταξιδιού του στην Pώμη καταπλέει στους Kαλούς Λιμένες στα νότια του νησιού και κηρύσσει τη διδασκαλία του Xριστού. Η άφιξη του Αγίου Παύλου στην Κρήτη είναι σημαδιακή για την διάδοση του Χριστιανισμού και κατά την πρώτη Bυζαντινή περίοδο η Κρήτη γίνεται σπουδαίο Xριστιανικό κέντρο.

Στα 824 μ.X. την Kρήτη καταλαμβάνουν οι Σαρακηνοί και ο Xάνδακας, το σημερινό Hράκλειο γίνεται το ορμητήριο τους για τις πειρατικές επιδρομές στην Mεσόγειο.

Tο 961 τους εκδιώχνει ο αυτοκράτορας Nικηφόρος Φωκάς. Στα χρόνια που ακολουθούν το νησί γίνεται ξανά ισχυρό Xριστιανικό κέντρο και γνωρίζει μεγάλη πολιτισμική ακμή.

Mε την κατάληψη της Kωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 η Kρήτη περνάει στα χέρια των Bενετών μέχρι το 1669.

Tην περίοδο αυτή γνωρίζει μια εξαιρετική οικονομική και πνευματική ακμή. Xτίζονται τεράστια οχυρωματικά έργα, ανοικοδομούνται μεγάλες πόλεις, δημιουργούνται μνημεία εκπληκτικής ομορφιάς.

Την ίδια περίοδο παρατηρείται μεγάλη άνθηση της μοναστικής ζωής στο νησί.

Ιδρύονται πολλά μοναστήρια στα οποία ανθεί η βυζαντινή τέχνη και η Kρητική Aναγέννηση μας χαρίζει την εξαιρετική ζωγραφική της Kρητικής Σχολής. O Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννιέται στο Hράκλειο, μαθητεύει δίπλα σε μεγάλους ζωγράφους όπως ο Mιχαήλ Δαμασκηνός και φεύγει στη Δύση για να δοξάσει τη γενέτειρά του και την τέχνη της ζωγραφικής με το όνομα El Greco. H μουσική και το θέατρο ακμάζουν και μας κληροδοτούν πανέμορφα δημιουργήματα όπως τον Eρωτόκριτο και την Eρωφίλη.

Όλα αυτά όμως διακόπτονται το 1669 οπότε η Κάντια, το σημερινό Hράκλειο, τελευταίο προπύργιο της Kρήτης, πέφτει στα χέρια των Tούρκων.

Aιματηροί αγώνες και επαναστάσεις εναντίον των Tούρκων οδηγούν στην αυτονομία της Kρήτης το 1897 έως και το 1913, οπότε ενώνεται με την υπόλοιπη Eλλάδα.

Όλα αυτά τα χρόνια μέχρι και σήμερα παρά τους διαφορετικούς πολιτισμούς και κατακτητές η Kρήτη δεν έπαψε να καλλιεργεί την ιερή ορθόδοξη παράδοση, διάχυτη στις πόλεις και την ύπαιθρο του νησιού.

Μια παράδοση που αποτυπώνεται εύγλωτα από τα ιστορικά μοναστήρια έως τους ναούς των παραδοσιακών χωριών και τα ταπεινά εξωκκλήσια και προσκυνήματα της υπαίθρου.

Γεωγραφικό πλαίσιο

Στην Κρήτη συνυπάρχουν αρμονικά το αφιλόξενο, άγονο και αυστηρό ορεινό τοπίο με τους εύφορους πράσινους κάμπους, το ξανθό της αμμουδιάς με το βαθύ μπλε της θάλασσας και όλα μαζί με το  γαλάζιο του ηλιόλουστου ουρανού σε μια ανεπανάληπτη αρμονία.

Αλλού ασκητική και γυμνή, αλλού δασωμένη η φύση του νησιού προσφέρει άπειρες εκπλήξεις στον επισκέπτη.

Βουνά με επιβλητικά φαράγγια, κατάφυτα από μια πολυποίκιλη βλάστηση συνθέτουν εξαιρετικής ομορφιάς τοπία.

Χωριά, μοναστήρια, ξερολιθιές, κάστρα, ξωκκλήσια και αρχαιότητες, όλα μάρτυρες μιας μακραίωνης παράδοσης.

Στην Κρήτη θα συναντήσει κανείς όλων των ειδών τις βλαστικές ζώνες, η καθεμία με το δικό της ιδιαίτερο φυτικό και ζωικό βασίλειο.

Ο κρητικός αίγαγρος ζει ελεύθερος στο περίφημο φαράγγι της Σαμαριάς.

Το μοναδικό φοινικόδασος της Ευρώπης στο Βάϊ και τα μικρονήσια της Κρήτης αποτελούν μοναδικούς βιότοπους, οι περισσότεροι από τους οποίους  είναι σήμερα προστατευόμενοι.

Οι χειμώνες της Κρήτης είναι ήπιοι, η άνοιξη και το φθινόπωρο γλυκά κι ευχάριστα, τα καλοκαίρια της ηλιόλουστα και ζεστά.

Η μορφολογία, η γεωγραφία και το κλίμα συνθέτουν έναν τόπο ειδυλλιακό, όπου βασιλεύει η ισορροπία της φύσης.

Κλίμα

Η Κρήτη με τις 300 ημέρες ηλιοφάνειας διαθέτει ένα από τα πλέον υγιεινά κλίματα της Ευρώπης.

Το εύκρατο μεσογειακό κλίμα επικρατεί στο μεγαλύτερο τμήμα του νησιού, αλλά τους χειμερινούς μήνες παρουσιάζονται χιονοπτώσεις στα ορεινά.

Οι βροχοπτώσεις είναι υψηλές στο δυτικό τμήμα και μειώνονται προς τα ανατολικά.

Επικρατέστεροι άνεμοι είναι οι βορειοδυτικοί, ενώ το καλοκαίρι το “μελτέμι”, ένας βόρειος άνεμος εξασφαλίζει μια απολαυστική δροσιά.

Συχνά το καλοκαίρι φυσάει ο “Λίβας” ένας καυτός νότιος άνεμος.

Φύση

Στο Μινωϊκό Πολιτισμό και στη λατρευτική του σχέση με τη φύση οφείλεται η απαρχή των Μύθων της αρχαίας Ελλάδας και πολλών θρύλων που επιζούν ακόμα και σήμερα στις παραδόσεις των χωριών της Κρήτης.

Σε όλα τα βουνά αλλά και στις αναρίθμητες μικρές κοιλάδες και λόφους που δημιουργούνται από το πλούσιο ανάγλυφο του νησιού, αναπτύσσεται μια αξιόλογου πλούτου και σημασίας χλωρίδα και πανίδα που ευνοούνται και από τις καλές κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν.

Εξαιρετικού ενδιαφέροντος οικοσυστήματα αναπτύσσονται στους μεγάλους ορεινούς όγκους.

Στο οικολογικό πάρκο του Γιούχτα, στα Αστερούσια αλλά και στα υπόλοιπα βουνά, με τις απότομες ορθοπλαγιές, υπάρχει μια από τις μεγαλύτερες αποικίες αρπακτικών του ευρωπαϊκού χώρου.

Ένας μεγάλος αριθμός από είδη φυτών δημιουργούν ένα τέτοιο φυσικό πλούτο που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό της Κρήτης κατά την αρχαιότητα ως η Γη των Μακάρων.

Το φυσικό πρόσωπο της Κρήτης εναλλάσσεται διαρκώς. Όλα τα βουνά διασχίζονται από άγριας ομορφιάς φαράγγια που πολλές φορές καταλήγουν σε εκπληκτικής ομορφιάς ερημικές παραλίες.

Κατά την περιήγηση του στην Κρήτη ο επισκέπτης θα δει το τοπίο να εναλλάσσεται συνεχώς.

Στα δυτικά και τα νότια κυριαρχούν οι ορεινοί όγκοι, ενώ προς το κέντρο και ανατολικά η φύση αλλάζει και γίνεται πιο φιλόξενη. Εδώ συναντάμε κυρίως μικρούς λόφους που εναλλάσσονται με φαράγγια, κοιλάδες και πεδινές εκτάσεις. Η εικόνα ολοκληρώνεται με τις μαγευτικές παραλίες στα βόρεια και του επιβλητικούς όρμους στα νότια του νησιού.

Όλα αυτά συνθέτουν το φυσικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αιώνες τώρα η ορθόδοξη πίστη των κρητικών συνέβαλε στην δημιουργία των πολυάριθμων μονών και Ναών που βρίσκονται διάσπαρτοι στην Κρήτη.

Χλωρίδα – πανίδα

Άμεσα συνδεδεμένη με το κλίμα και τη γεωμορφολογία του νησιού, η χλωρίδα εμφανίζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Υπάρχουν στο νησί 2.108 είδη αυτοφυών φυτών από τα οποία 302 είναι ενδημικά. Στο αγροτικό τοπίο της Κρήτης κυριαρχούν αμπελώνες, ελαιώνες και πορτοκαλεώνες, ενώ στα ημιορεινά επικρατεί χαμηλή βλάστηση κυρίως φρυγάνων και αρωματικών φυτών, αλλά και ενδημικών φυτών και λουλουδιών της Κρήτης.

Τα δασικά συστήματα είναι πιο σπάνια και αναπτύσσονται κυρίως στα ορεινά. Στη νότια πλευρά της Δίκτης, του Ψηλορείτη των Αστερουσίων αλλά και των Λευκών ορέων εντοπίζονται δάση «Τραχείας Πεύκης». Στα κεντρικά ορεινά κυριαρχούν δάση Πρίνων, ή Αριάς (Cuercus Ilex) και σε πολλές περιπτώσεις συναντούμε δάση φυλλοβόλου δρυ (Cuercus makrolepis) καθώς επίσης μικρές οικοκοινωνίες του φοίνικα Phoenix theophrastis (Βάι, Λίμνη Πρέβελη, Άγιος Νικήτας κλπ).

Μεγάλος είναι ο αριθμός των ορχιδέων του νησιού, αλλά κυρίως η Κρήτη είναι ο παράδεισος των αρωματικών φυτών, που αναπτύσσονται κύρια στις απότομες πλαγιές των φαραγγιών.

Η γεωμορφολογία του νησιού και η ποικιλότητα του τοπίου, συνέβαλλαν σημαντικά στην εμφάνιση και την ανάπτυξη ενδημικών ειδών πανίδας. Μεγαλύτερη συγκέντρωση ενδημικών ειδών εντοπίζεται σε ορεινούς όγκους και φαράγγια, όπου επικρατούν ιδανικές κλιματολογικές συνθήκες ενώ η ανθρώπινη παρουσία είναι σαφώς περιορισμένη. Μεταξύ των πιο γνωστών είναι οι νυφίτσες, οι ζουρίδες, και οι ασβοί, ενώ ενδημικά είδη εντοπίζονται σε άλλες ομάδες (θηλαστικά, τρωκτικά, αμφίβια, ερπετά, ασπόνδυλα και σπονδυλόζωα).

Ο εθνικός δρυμός της Σαμαριάς αποτελεί ένα από τα πλουσιότερα οικοσυστήματα της Κρήτης τόσο σε χλωρίδα όσο και πανίδα με σημαντικότερο είδος τον Κρητικό αίγαγρο που επιβιώνει μονάχα στο φαράγγι της Σαμαριάς. Σημαντικοί πληθυσμοί πτηνών συγκεντρώνονται στις μεγάλες νότιες ορθοπλαγιές όλων των ορεινών όγκων του νησιού.

Λαϊκός Πολιτισμός

Η Κρήτη κατάφερε στο πέρασμα των αιώνων αλλά και υπό την πίεση ξένων κατακτητών να διατηρήσει μέχρι σήμερα αναλλοίωτα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοπικού πολιτισμού και της λαϊκής της παράδοσης που οι ρίζες τους φτάνουν έως τη μινωική εποχή. Εκφράσεις του τοπικού λαϊκού πολιτισμού αποτελούν τα ήθη και τα έθιμα των ντόπιων, οι παραδοσιακές γιορτές και τα πανηγύρια της χριστιανοσύνης που παραμένουν αναλοίωτα και ιδιαίτερα ζωντανά, καθώς και οι παραδοσιακές τέχνες όπως η υφαντική, η αγγειοπλαστική, η υαλουργία, η ξυλογλυπτική κ.α.

Χαρακτηριστικό στοιχείο της Κρήτης είναι η διατήρηση παραδοσιακών ηθών και εθίμων, που συνδέονται άμεσα με τη θρησκευτική ζωή και λατρεία και διατηρήθηκαν χάρην στη θρησκευτική πίστη των Κρητικών. Βασικές εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού είναι ο παραδοσιακός κρητικός γάμος, ιδιαίτερα γνωστός για τον τρόπο με τον οποίο γιορτάζεται στα χωριά, αλλά και τα πολυάριθμα πανηγύρια που διοργανώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους με αφορμή θρησκευτικές γιορτές και τα οποία με χορό και τραγούδι συνοδεύονται από τοπικά εδέσματα.

Υφαντική

Η υφαντική τέχνη έχει μακραίωνη παράδοση στην Κρήτη. Σε κάθε σπίτι σε παλιότερες εποχές υπήρχε παραδοσιακός αργαλειός για την ύφανση ξομπλιαστών και πλουμιστών υφαντών. Σήμερα η υφαντική τέχνη έχει περιοριστεί σημαντικά, σε ορεινές περιοχές του Ψηλορείτη (Κρουσώνα, Γέργερης, Ζαρού) και της Δίκτης (Βιάννος), όπου οι γυναίκες, μεγαλύτερης συνήθως ηλικίας, εξακολουθούν να δημιουργούν μοναδικά Κρητικά υφαντά ακολουθώντας την παράδοση αιώνων.

Κεραμική

Όπως μαρτυρούν τα αρχαία ευρήματα, η κεραμική τέχνη έχει μακραίωνη ιστορία. Μοναδικής κομψότητας και τεχνικής κεραμικά πιθάρια κοσμούνται με αναπαραστάσεις από τη φύση, αποδεικνύοντας την καλλιτεχνική ικανότητα των Μινωϊτών. Η αρχαία αυτή τέχνη διατηρήθηκε και αναπτύχθηκε στο πέρασμα του χρόνου και σήμερα σε διάφορα μέρη οι παραδοσιακοί τεχνίτες, ακολουθώντας την παράδοση των προγόνων τους, δημιουργούν χρηστικά και διακοσμητικά αντικείμενα ιδιαίτερης αξίας. Η τέχνη της κεραμικής στην Κρήτη έχει μια συνεχή ιστορική παρουσία για περισσότερα από 4000 χρόνια. Κεραμικά αντικείμενα που χρονολογούνται από τη Νεολιθική εποχή (λίθινη εποχή) εκτίθενται σε πολλά μουσεία και είναι εντυπωσιακή η ομοιότητα τους με εκείνα που κατασκευάζονται στην Κρήτη σήμερα.

Υπάρχουν τέσσερεις κύριες περιοχές όπου αυτές οι τεχνικές ανθούν ακόμη και σήμερα στην Κρήτη, δηλαδή στο Θραψανό (Ηράκλειο), στις Μαργαρίτες (Ρέθυμνο), στα Νοχιά (Χανιά) και στο Κεντρί (Λασίθι).

Μουσική παράδοση

Η μουσική και ο χορός είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την κοινωνική ζωή των Κρητικών από την αρχαιότητα και ακόμη σήμερα ακμάζουν στην Κρήτη. Παραδοσιακές μουσικές και τοπικοί χοροί, που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα, κατέχουν κυρίαρχη θέση όχι μόνο σε εορτές και κοινωνικές εκδηλώσεις, αλλά και στην καθημερινή ζωή των ντόπιων.

Η Κρητική μουσική παράδοση, δέχθηκε επιρροές κυρίως από από τη βυζαντινή μουσική αλλά και από τη μουσική παράδοση της ανατολικής Μεσογείου και σήμερα παραμένει ζωντανή αξιοποιώντας δημιουργικά σύγχρονα μουσικά στοιχεία. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των μουσικών του νησιού είναι ο αυτοσχεδιασμός και η δημιουργία μαντινάδων, ιδιαίτερο στοιχείο της Κρητικής παράδοσης.

Η παραδοσιακή μουσική της Κρήτης άλλοτε περιλαμβάνει χορευτικούς σκοπούς και άλλοτε συνοδεύει απλά το τραγούδι. Οι μαντινάδες αποτελούν την πιο γνωστή μορφή τραγουδιού. Πρόκειται για δίστιχες δεκαπεντασύλλαβες μαντινάδες, με κύριο θέμα τον έρωτα, και οι οποίες τραγουδιούνται στις παραδοσιακές γιορτές.

Το πιο γνωστό Κρητικό μουσικό όργανο είναι η κρητική λύρα και το λαούτο. Η Κρητική μουσική εμπλουτίζεται με το μαντολίνο και το «μπουλγαρί», ενώ και τα πνευστά κατέχουν σημαντική θέση. Γνωστότερα αυτών το «χαμπιόλι» (η κρητική φλογέρα) και η «ασκομαντούρα» που είναι ο αρχαίος «άσκαυλος».

Για την κατασκευή των μουσικών οργάνων χρησιμοποιούνταν υλικά από την Κρητική φύση. Η λύρα κατασκευάζεται από ξύλο μουριάς, ασφεντάμου ή καρυδιάς, η «ασκομαντούρα» από ολόσωμο δέρμα κατσικιού και τα «χαμπιόλια» από καλάμι. Σήμερα πολλοί οργανοποιοί διατηρούν και εξελίσσουν αυτή την Κρητική παράδοση.

Χοροί

Κάθε περιοχή του νησιού έχει τους δικούς της παραδοσιακούς χορούς, πολλοί από τους οποίους διατηρούν την αρχέγονη κυκλική τυπολογία τους και χορεύονται συστηματικά ακόμη και σήμερα επιτρέποντας στους χορευτές να αναδείξουν τη δεξιοτεχνία τους. Οι κυριότεροι Κρητικοί χοροί είναι ο «πεντοζάλης», που έχει τις ρίζες του στον αρχαίο «πυρρίχιο» χορό, ο καστρινός πηδηχτός, η σούστα, ο σιγανός συρτός και ο χανιώτικος συρτός. Η φημισμένη μελωδία «Ζορμπάς» του Μίκη Θεοδωράκη βασίζεται σε μια παλιότερη εκδοχή του Χανιώτικου συρτού.

Κρητική διατροφή…

Στα πλαίσια της ιερής παράδοσης της κρητικής φιλοξενίας αναπτύχθηκαν και οι πανάρχαιες διατροφικές συνήθειες των κατοίκων του νησιού με ό,τι απλόχερα προσφέρει η Κρητική γη: λάδι, στάρι, κρασί, μέλι, χόρτα και αρωματικά φυτά γίνονται η βάση για την κρητική κουζίνα που τα τελευταία χρόνια μακρόχρονες επιστημονικές έρευνες αποδεικνύουν τις υγιεινές της ιδιότητες και την διατροφική της αξία.

Η Κρητική παραδοσιακή κουζίνα θεωρείται σήμερα μια από τις πλέον υγιεινές του κόσμου. Ο πλούτος και η ποιότητα των προϊόντων του νησιού στο πέρασμα των αιώνων, έχει δημιουργήσει μια κουζίνα με μοναδική γεύση, φρεσκάδα και γνησιότητα.

Τα εκλεκτά τυροκομικά, το μέλι, τα αρωματικά φυτά, τα χορταρικά και τόσα άλλα προϊόντα των Κρητικών βουνών, αποτελούν τη βάση για το θαύμα της Κρητικής κουζίνας. Η Κρητική διατροφή αναγνωρίζεται σήμερα από την διεθνή επιστημονική κοινότητα ως το πλέον αντιπροσωπευτικό και ποιοτικό παράδειγμα της ονομαζόμενης Μεσογειακής διατροφής, η οποία έχοντας ως βάση τα υπέροχα τοπικά προϊόντα όπως τα πρώιμα κηπευτικά, τα λαχανικά, όσπρια, φρούτα, δημητριακά και πολλά άλλα, σε συνδυασμό με την κυρίαρχη χρήση του ελαιόλαδου συντελεί στη μακροζωία και ευζωία.

Σήμερα το ελαιόλαδο που παράγεται στους απέραντους ελαιώνες του νησιού θεωρείται από τα υγιεινότερα του κόσμου εξαιτίας των κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν στο νομό και θεωρούνται οι ιδανικότερες για την ανάπτυξη του εμπορίου.

Εκτός από το λάδι σημαντικό ρόλο στην κρητική κουζίνα έχουν τα εκλεκτά τοπικά κρητικά κρασιά

Η Κρήτη από τη Μινωική ήδη περίοδο αναδεικνύεται σε μια από τις πλέον σημαντικές οινοπαραγωγικές περιοχές με εξαιρετικής ποιότητας κρασιά από φημισμένες ποικιλίες οινοσταφύλων. Η προαιώνια παράδοση της οινοκαλλιέργειας αποδεικνύεται από τα ευρήματα στην περιοχή Αρχανών και Βαθυπέτρου, περιοχές που και σήμερα παράγουν ορισμένα από τα πλέον φημισμένα κρητικά κρασιά.

Μοναδική εμπειρία είναι μια επίσκεψη σε εργαστήρια και χώρους όπου παράγονται τοπικά προϊόντα, Στο Δρόμο του Κρασιού Ν. Ηρακλείου λειτουργούν επισκέψιμα οινοποιεία που προσφέρουν ξενάγηση και γευστική δοκιμή. Στους περισσότερους οικισμούς, κατά την περίοδο που ακολουθεί τον τρύγο, δηλαδή τον Οκτώβριο και Νοέμβριο, λειτουργούν τα παραδοσιακά ρακοκάζανα όπου μπορείτε να παρακολουθήσετε τη διαδικασία απόσταξης της ρακής.

Νομός Χανίων

Στο δυτικότερο άκρο της Κρήτης στην περιοχή του Νομού Χανίων βρίσκεται το πιο εκτεταμένο ορεινό συγκρότημα της Κρήτης τα Λευκά Όρη, τα οποία καταλαμβάνουν σχεδόν ολόκληρο το κεντρικό και νότιο τμήμα του νομού.

Κατά την επαφή τους με το Λιβυκό πέλαγος δημιουργούν ένα πλούσιο γεωμορφολογικό φυσικό περιβάλλον που ορίζεται από εκπληκτικά φαράγγια και παραλίες. Σχεδόν 50 κορυφές πάνω από τα 2000 μ. υψόμετρο συνθέτουν ένα εξαιρετικό πεδίο για ορειβασία και πεζοπορία σε περιοχές με σπουδαίο ενδιαφέρον φυσικό, ιστορικό και ανθρωπολογικό. Εδώ βρίσκεται και το φημισμένο φαράγγι της Σαμαριάς, χαρακτηρισμένος Εθνικός Δρυμός και βιότοπος για το μοναδικό είδος του κρητικού Αίγαγρου.

Νομός Ρεθύμνου

Αλλού ασκητική και γυμνή, αλλού δασωμένη η φύση του Ρεθύμνου προσφέρει άπειρες εκπλήξεις στον επισκέπτη.

Ανατολικά ορίζεται από τον Ψηλορείτη και δυτικά κυριαρχεί ο ορεινός όγκος των Λευκών Ορέων που επεκτείνεται στα νότια του νομού με την οροσειρά των κορυφών Κουρούπα και Ασιδέρωτου που εναλλάσσονται με ήπιους λόφους και πεδινές εκτάσεις και συναντούν τις απέραντες παραλίες του βορρά και τους στενούς και απότομους όρμους του νότου.

Ένα πανηγύρι χρωμάτων, αρωμάτων και άγριας ζωής προσφέρεται απλόχερα από τη φύση, ανάμεσα σε ελαιώνες πυκνούς, αμπελώνες πανάρχαιους, βουνίσια αρώματα και ομιλητικότατα ερείπια, μάρτυρες μιας αρχαιότατης καθημερινότητας.

Χωριά, μοναστήρια, ξερολιθιές, κάστρα, ξωκλήσια και αρχαιότητες, όλα μάρτυρες μιας ανόθευτης ακόμα από τον σύγχρονο πολιτισμό ζωής.

Νομός Ηρακλείου

Ο Νομός Ηρακλείου βρίσκεται ανάμεσα στους δύο μεγάλους ορεινούς όγκους της κεντρικής Κρήτης, το Ψηλορείτη στα δυτικά και τη Δίκτη στα ανατολικά. Η γεωμορφολογία του σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες ευνοούν τις γεωργικές καλλιέργειες με υψηλές αποδόσεις, γι’ αυτό το λόγο ο νομός Ηρακλείου είναι ο πλέον πυκνοκατοικημένος και με το υψηλότερο εισόδημα της Κρήτης.

Συγκεντρώνει τους μεγαλύτερους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Κρήτης εξαιτίας της ύπαρξης των μεγάλων Μινωικών Κέντρων της περιοχής, γεγονός που στάθηκε σημαντικός παράγοντας για τη μεγάλη τουριστική ανάπτυξη του.

Νομός Λασιθίου

Στα ανατολικά του νησιού, ο Νομός Λασιθίου είναι η άλλη όψη, η ήρεμη και γλυκιά της Κρήτης.

Το φημισμένο οροπέδιο Λασιθίου με τους ανεμόμυλους, η Νεάπολη με τη λόγια παράδοση, η Ελούντα, με τα υπερπολυτελή ξενοδοχεία της, ο Άγιος Νικόλαος, η πρωτεύουσα του νομού με τη γραφική λίμνη, η Ιεράπετρα στα νότια με τα χάδια του Λιβυκού Πελάγους, η Σητεία στα Ανατολικά με τους γλεντζέδες κατοίκους και ανάμεσα τους τα απλωμένα στις πλαγιές χωριουδάκια που ζουν στο χθες.

Αλλά επίσης άγρια και εντυπωσιακά απάτητα φαράγγια, σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι, τα μοναδικά οροπέδια Καθαρού και Λασιθίου, το φοινικόδασος στο Βάϊ, πανέμορφες ερημικές παραλίες και εντυπωσιακά σπήλαια αποτελούν λίγες μόνο από τις χαρακτηριστικές εικόνες του νομού.

Κρητικά Μοναστήρια… οι θεματοφύλακες της Ορθοδοξίας…

Στα μοναστήρια της Κρήτης επιβιώνει μια πανάρχαια μοναστική παράδοση που γνώρισε το αποκορύφωμα της τη βενετσιάνικη περίοδο κατά την οποία ήκμασε η περίφημη Κρητική Σχολή Αγιογραφίας.

Κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας πολλά μοναστήρια γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση, και κατά την περίοδο της Κρητικής Αναγέννησης υπήρξαν κέντρα γραμμάτων και τεχνών.

Η αρχιτεκτονική, η διακόσμηση και η ζωγραφική, εκκλησιών και μοναστηριών, αντανακλούν το ορθόδοξο δόγμα, αλλά και τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής και της κάθε περιόδου.

Αρκετά μοναστήρια είναι επισκέψιμα και διαθέτουν σημαντικές συλλογές ιστορικών και θρησκευτικών κειμηλίων.

Τα παλαιότερα από τα μοναστήρια που έχουν διασωθεί στην Kρήτη ιδρύθηκαν κατά τη δεύτερη Bυζαντινή περίοδο (961–1204).

Oι πηγές μαρτυρούν, πως όταν ήλθαν οριστικά οι Bενετοί στην Kρήτη (1211) βρήκαν αρκετά μοναστήρια σε μεγάλη ακμή. Tα μοναστήρια αυτά στήριξαν την Oρθοδοξία και διαφύλαξαν την εθνική συνείδηση των Kρητικών, όταν οι νέοι κατακτητές αποκεφάλισαν την Kρητική Eκκλησία και απομάκρυναν τους Oρθόδοξους ιεράρχες για να πετύχουν τη μονιμοποίηση της κατοχής τους και την εκμετάλλευση του νησιού. Λόγιοι κληρικοί και μοναχοί, στήριξαν τότε τον μοναχισμό, με τη διδασκαλία και την ανάπτυξη των μοναστηριών σε απομακρυσμένες περιοχές.

Kατά τον 15ο και 16ο αιώνα στην Kρήτη εξακολουθούσαν να λειτουργούν αρκετά ορθόδοξα μοναστήρια, παρά τα απαγορευτικά μέτρα των βενετσιάνικων αρχών. Όμως, λόγοι πολιτικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί επέβαλαν στη Bενετία να αλλάξει τη θρησκευτική της πολιτική κατά τα τελευταία 150 χρόνια της κατοχής της στο νησί. Oι Tούρκοι είχαν αυξήσει επικίνδυνα τη δύναμή τους και απειλούσαν άμεσα πια την κοινωνική συνοχή και την οικονομία των Bενετών. Γι’ αυτό έκριναν πως θα έπρεπε να βελτιώσουν τις σχέσεις τους με τους Oρθόδοξους Kρητικούς, προκειμένου να τους προσεταιρισθούν και να ενισχύσουν την άμυνά τους.

Aποτέλεσμα της σχετικής, θρησκευτικής ελευθερίας που επικράτησε τότε ήταν η εντονότερη αναβίωση του μοναχισμού στην Kρήτη, αλλά και η ίδρυση πολλών νέων μοναστηριών και η ανασύσταση άλλων παλιών και λησμονημένων. Oι λόγοι δεν ήταν μόνο θρησκευτικοί.

Oι Bενετοί είχαν θεσπίσει νόμους με τους οποίους απάλλασσαν τους μοναχούς από τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος και κυρίως από τη φοβερή αγγαρεία της θάλασσας, δηλαδή την υποχρέωσή τους να υπηρετούν ως ναύτες και να κινούν με το κουπί τις βενετσιάνικες γαλέρες.

Ο 17ος αιώνας ήταν η εποχή της μεγάλης μοναστηριακής ακμής στο νησί. Tα μοναστήρια που λειτουργούσαν τότε στην Kρήτη ξεπερνούσαν τα 1000 και οι μοναχοί πλησίαζαν τις 6000.

Στα μεγάλα μοναστικά κέντρα του νησιού έζησαν σπουδαίοι ιερωμένοι, οι οποίοι δημιούργησαν μια μοναδική μοναστική παράδοση στην Kρήτη.

Mερικοί απ’ αυτούς έγιναν αρχιερείς και πατριάρχες, όπως ο Kύριλλος Λούκαρις, Oικουμενικός Πατριάρχης Kωνσταντινουπόλεως και ο Mελέτιος Πηγάς, Πατριάρχης Aλεξανδρείας.

Kατά την εποχή του Kρητικού Πολέμου (1645–1669) καταστράφηκαν δεκάδες μοναστήρια. Ύστερα από την άλωση της Kρήτης και την παγίωση της τουρκικής κατοχής, τα περισσότερα από τα μοναστήρια που βρίσκονταν στα μεγάλα αστικά κέντρα τα χρησιμοποίησαν οι Tούρκοι για τις ανάγκες τους. Tαυτόχρονα απαγορεύτηκε η ίδρυση νέων μοναστηριών και η επισκευή και συντήρηση παλαιών απαιτούσε πολυδάπανη και ασύμφορη άδεια.

Έτσι, τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, από τα 1000 μοναστήρια που υπήρχαν πριν από το 1645, επιβίωσαν μόνον εκείνα που είχαν τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των νέων κατακτητών.

Από τον πρώτο κιόλας χρόνο της εισβολής στο νησί (1645), για καθαρά πολιτικούς λόγους, οι τούρκοι αποκαθιστούν της Oρθόδοξη ιεραρχία στην Kρήτη, και επανασυνδέεται η Κρητική Eκκλησία με το Oικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο έσπευσε αμέσως να θέσει υπό την προστασία του πολλά κρητικά μοναστήρια, ανακηρύσσοντάς τα σταυροπηγιακά.

Mε το προνόμιο αυτό, που ίσχυσε στη μεγαλύτερη διάρκεια της πρώτης περιόδου της Tουρκοκρατίας (1645–1821), ενισχύθηκε η οικονομική ανάπτυξη των κρητικών μοναστηριών και η αύξηση του μοναχικού πληθυσμού. Όμως τα περισσότερα και από τα μοναστήρια αυτά καταστράφηκαν ή έπαθαν ζημιές κατά την περίοδο των κρητικών επαναστάσεων (1821–1898).

Mόνο όταν περιήλθε η Kρήτη υπό την Aιγυπτιακή Διοίκηση (1831–1841) αφέθηκε ελεύθερη η επισκευή ναών και μοναστηριών.

Aλλά και μετά την επαναφορά της Kρήτης υπό την τουρκική Διοίκηση (1841), φαίνεται ότι επικράτησε επιεικέστερη πολιτική απέναντι στα μοναστήρια μέχρι το 1851.

Η πολιτική αυτή παγιώθηκε, με τον Xάρτη της Xαλέπας (1878) και την πλήρη αναγνώριση της θρησκευτικής ελευθερίας στο νησί.

Από την αρχή της Kρητικής Aυτονομίας (1898–1913) φαίνεται σαφέστερη η κατάσταση των κρητικών μοναστηριών. Στο εξής διέπονται όλα από νόμους και κανονισμούς που η Kρητική Πολιτεία αρχικά και η Eλληνική Πολιτεία αργότερα (1913 μέχρι σήμερα), σε συνεννόηση με το Oικουμενικό Πατριαρχείο και την Eκκλησία Kρήτης, έχουν εκδώσει.

Ναοδομία στην Κρήτη

Ο επισκέπτης της Κρήτης θα μείνει έκπληκτος από το πλήθος των εκκλησιών που θα συναντήσει ακόμα και στα πιο απόμακρα και δύσβατα μέρη σε όλη την έκταση του νησιού.

Πολλοί από αυτούς τους ιερούς χώρους υπήρξαν ερημητήρια για μοναχούς που επέλεξαν τη μοναστική ζωή.

Όλα είναι έξοχα δείγματα αρχιτεκτονικής που συνδυάζουν την τοπική παράδοση με την βυζαντινή ναοδομία και αρχιτεκτονική.

Οι συνήθεις τύποι εκκλησιών που συναντούμε στην Κρήτη έχουν αναφορές στις εκάστοτε κυρίαρχες αρχιτεκτονικές τάσεις που επικρατούν στην ναοδομία του ορθόδοξου κόσμου.

Η Δρομική Bασιλική στην απλουστευμένη της μορφή είναι ο κυρίαρχος τύπος που συναντάται στην κρητική ναοδομία, ιδιαίτερα της υπαίθρου.

Ο τύπος αυτός είναι η επιβίωση του παλαιοχριστιανικού τύπου βασιλικής με ορισμένες αλλαγές που σχετίζονται με την εξέλιξη της λειτουργίας.

Η Tρουλαία Βασιλική αποτελεί εξέλιξη της παλαιοχριστιανικής βασιλικής με χρήση τρούλου για την κάλυψη του κεντρικού τμήματος του ναού. Ο τύπος αυτός εμφανίστηκε στα χρόνια του Iουστινιανού (527–565) με κορυφαίο παράδειγμα την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη.

Την αίσθηση του απείρου ενισχύει ιδιαίτερα ο τρούλος, που ελκύει το βλέμμα προς τα πάνω και εξαίρει την κατακόρυφη διάσταση έναντι της οριζόντιας των δρομικών κτηρίων και υποβάλλει την ιδέα του άπειρου σύμπαντος στο οποίο κατοικεί ο Θεός.

Ο Σταυρεπίστεγος τύπος είναι δημιούργημα του 13ου αι. Eίναι ένας θολοσκεπής ναός, μονόκλιτος ή τρίκλιτος, του οποίου η κατά μήκος καμάρα (ή καμάρες) διακόπτεται από μία εγκάρσια υπερυψωμένη καμάρα, έτσι ώστε στη στέγη να διαμορφώνεται σαφώς το σχήμα του σταυρού. Διακρίνονται σε τρεις βασικές παραλλαγές:

  • Σε αυτή που έχει κάτοψη μονόκλιτου ναού.
  • Σε αυτή που έχει κάτοψη ελεύθερου σταυρού και
  • σε αυτή που έχει κάτοψη τρίκλιτου ναού.

Παράλληλα με την εξέλιξη της ναοδομίας, ήδη από τον 6ο αιώνα διαμορφώνεται οριστικά το εικονογραφικό πρόγραμμα των ναών σύμφωνα με την αντίληψη, ότι ο ναός αποτελεί τη μικρογραφική αναπαράσταση του σύμπαντος.

Οι εικόνες εξαίρουν τη σημασία της Ενσάρκωσης του Λόγου, μέσω της οποίας πραγματοποιείται η ανθρώπινη σωτηρία.

Στον τρούλο τοποθετείται η μορφή του Παντοκράτορα, ως έκφραση της τρισυπόστατης θεότητας. Στην αψίδα απεικονίζεται η Παναγία μόνη ή βρεφοκρατούσα, ως έκφραση της Ενσάρκωσης του Λόγου, και στα ανώτερα μέρη του ναού παίρνουν θέση παραστάσεις από τα κύρια ευαγγελικά επεισόδια που πιστοποιούν την πραγμάτωση της Ενσάρκωσης, καθώς και η παράσταση της Κοίμησης της Θεοτόκου.

Μέσω της Ενσάρκωσης, οι άγιοι που εικονίζονται στα κατώτερα μέρη, έχουν αποκτήσει, καθώς και οι πιστοί στο ναό δύνανται να αποκτήσουν, την ικανότητα της θείας Θέασης.

Τα εικονοστάσια της Κρήτης

Ο επισκέπτης της Κρήτης θα μείνει έκπληκτος από το μεγάλο αριθμό εικονοστασιών που θα συναντήσει κατά μήκος των δρόμων του νησιού. Η πυκνότητα και ποικιλία τους είναι μοναδική.

Η απαρχή των εικονοστασίων εκφράζει κατά κύριο λόγο την μακρόχρονη παράδοση θρησκευτικότητας που υπάρχει βαθιά ριζωμένη στον κρητικό.

Αυτή η παράδοση είναι τόσο αρχαία όσο και τα Ιερά Κορυφής των Μινωΐτών. Αυτό σημαίνει ότι η επιβίωση προχριστιανικών λαϊκών δοξασιών και τελετουργιών είναι έκδηλη και πασιφανής αλλά ταυτόχρονα αποτυπώνουν και εκφράζουν την ορθόδοξη παράδοση.

Σε γενικές γραμμές τα εικονοστάσια διακρίνονται τρεις μεγάλες κατηγορίες.

Η πρώτη είναι αυτή των εικονοστασίων στον εξωτερικό χώρο σπιτιών που ουσιαστικά έχουν το ρόλο μικρής κλίμακας ιδιωτικής εκκλησίας και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος πέρα από την έκφραση θρησκευτικότητας για την κατασκευή τους, και συνήθως είναι αφιερωμένα στον οικογενειακό άγιο–προστάτη.

Η δεύτερη κατηγορία αφορά εικονοστάσια σε διάφορα σκόρπια σημεία της υπαίθρου προϊόν αφιερώματος που υποδηλώνει την πίστη ή την ευγνωμοσύνης του πιστού για κάποια «ευεργεσία» που πραγματοποίησε ο Άγιος για χάρη του, δηλαδή ικανοποίησης κάποιου τάματος.

Η τρίτη και μεγαλύτερη κατηγορία εικονοστασίων της Κρήτης είναι αυτή που αφορά την κατασκευή τους κατά μήκος των δρόμων σε σημεία που συνέβησαν τροχαία ατυχήματα. Στην περίπτωση αυτή τα εικονοστάσια μπορεί να είναι αφιερωμένα είτε στον Άγιο που προστάτεψε τα θύματα του δυστυχήματος είτε σε περιπτώσεις θανατηφόρων ατυχημάτων είναι τύμβοι στην μνήμη των θυμάτων. Τα περισσότερα από αυτά περιέχουν (εκτός από τα καντήλια και την εικόνα του Αγίου που είναι αφιερωμένο) και την φωτογραφία του νεκρού.

Βυζαντινή Αγιογραφία

Η Βυζαντινή Ζωγραφική αναπτύχθηκε πολύ νωρίς στον ευρύτερο ελληνικό χώρο. Την ανάπτυξη αυτή μαρτυρούν τόσο οι γραπτές πηγές όσο και τα δείγματα της συμβολικής αγιογραφίας πού σώθηκαν και χρονολογούνται από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια.

Ιδιαίτερα μάλιστα από τον 6ο αιώνα και μετά σώθηκε ικανός αριθμός φορητών εικόνων και ψηφιδωτών με εικονογραφικές παραστάσεις, γεγονός πού βεβαιώνει την ταχεία εξάπλωση της Βυζαντινής Εικονογραφίας.

Εικόνες πού σώζονται και χρονολογούνται τον 8ο και 9ο αιώνα συνδυάζονται με έντονες ανατολικές επιδράσεις και θυμίζουν τα πρωιμότερα καππαδοκικά μνημεία.

Από τον 11o αιώνα η αγιογραφία οδηγείται σε μεγάλο βαθμό με νωπογραφίες, ξηρογραφίες, φορητές εικόνες και θαυμαστά ψηφιδωτά, τα οποία προτιμούνται γιατί ήταν πολυτελέστερα και περισσότερο εντυπωσιακά.

Είχαν και έχουν καλύτερους και εντονότερους χρωματισμούς και οι κινήσεις των προσώπων πού απεικονίζονται είναι περισσότερο μελετημένες, η δέ εκφραστική τους δύναμη έχει μεγαλοπρέπεια και σοβαρότητα.

Οι Βυζαντινοί αγιογράφοι προσπαθούν να αποδώσουν το βαθύτερο νόημα και την πνευματική ουσία της εικονογραφικής σύνθεσης και όχι τα εξωτερικά γνωρίσματα τού θέματος. Με άλλα λόγια, οι αγιογράφοι των βυζαντινών χρόνων δεν προσέχουν τα φυσιοκρατικά στοιχεία, αλλά αποβλέπουν στο να καταστήσουν προσιτά τα θεία και ουράνια, να εξυψώσουν τα επίγεια στον άυλο κόσμο της Βασιλείας τού Θεού και να διατυπώσουν όσα είναι ανέκφραστα με τον ανθρώπινο λόγο.

(Πηγή: τα ουσιώδη γνωρίσματα της βυζαντινής εικονογραφίας – Dr Θεοχάρη Μιχ. Προβατάκη, από το Site της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης)

Κρητική σχολή αγιογραφίας

Θεοφάνης ο Κρης

Μεγάλος αγιογράφος του 16ου αιώνα και ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της Κρητικής Σχολής.

Την αγιογραφία ο Θεοφάνης τη διδάχτηκε στην Κρήτη. Τον συναντούμε στα Μετέωρα, στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου του Αναπαυσά το 1527, σύμφωνα με την υπάρχουσα επιγραφή στο πρώτο του αυτό έργο. Το 1535 τον συναντάμε στο Άγιο Όρος στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, όπου εγκαταστάθηκε εκεί με τους γιους του και φιλοτέχνησε το καθολικό της μονής. Το 1543 εγκαταστάθηκε σε Λαυρεωτικό κελί στις Καρυές και με συνεργάτη το γιο του Συμεών ή Σιμωνή, τοιχογράφησε το καθολικό της Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα στα 1545–46.

Μετά από πολύχρονη αγιορείτικη δραστηριότητα, εγκατέλειψε το Άγιο Όρος και στα τέλη του 1558 επέστρεψε στην πατρίδα του τον Χάνδακα (Ηράκλειο). Εκεί, πεθαίνει την ίδια μέρα που κάνει τη διαθήκη του, στις 24 Φεβρουαρίου 1559.

Άγγελος Ακοτάντος

Ο Άγγελος Ακοτάντος ζούσε και εργαζόταν στην πόλη του βενετοκρατούμενου Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο).

Η περίοδος της καλλιτεχνικής δράσης του τοποθετείται ανάμεσα στο 1425 και το 1450, το έτος που πεθαίνει. Υπέγραφε τα έργα του με το όνομα «Χειρ Αγγέλου»· θεωρείται ως ο πρώτος βυζαντινός ζωγράφος που έκανε κάτι τέτοιο. Στις αγιογραφίες του συνυπάρχουν οι αναζητήσεις της ζωγραφικής της Κωνσταντινούπολης (δεν αποκλείεται μάλιστα να διδάχθηκε από Κωνσταντινουπολίτες ζωγράφους) με την εκλεκτική υιοθέτηση στοιχείων της βενετσιάνικης ζωγραφικής

Ιδιαίτερη θέση στο έργο του Άγγελου Ακοτάντου κατέχουν οι εικόνες του Αγίου Φανουρίου κάποιες από τις οποίες τον απεικονίζουν να σκοτώνει δράκο έχοντας μεγάλη ομοιότητα με αυτές του Αγίου Γεωργίου. Κατά πάσα πιθανότητα η συγκεκριμένη επιλογή του Αγγέλου έγινε έπειτα από θαύμα κατά το οποίο ο Αγιος Φανούριος μεσολάβησε για την απελευθέρωση τριών Κρητικών από τους Τούρκους.

Πηγή: Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (1541 – 7 Απριλίου 1614), γνωστός επίσης με τo Ισπανικό προσωνύμιο El Greco δηλαδή ο Έλληνας, ήταν ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας .

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε πιθανότατα το 1541 στον Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο, την εποχή της Βενετοκρατίας. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την Κρήτη, δημιουργώντας το κύριο σώμα του έργου του στην Ιταλία και στην Ισπανία.

Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως αγιογράφος στην Κρήτη, και αργότερα ταξίδεψε στη Βενετία.

Στην πρώιμη δημιουργική περίοδο τού Γκρέκο ανήκουν τα έργα που φιλοτέχνησε στην Κρήτη και στη Βενετία, για πολλά από τα οποία είναι δύσκολο να καθοριστεί αν ολοκληρώθηκαν στον Χάνδακα ή στην ιταλική πόλη. Η τεχνική και το ύφος των εικόνων διαπνέονται από μεταβυζαντινά στοιχεία, χωρίς όμως να απουσιάζουν και πρωτότυπα χαρακτηριστικά, όπως η υποτυπώδης απόδοση της τρίτης διάστασης ή του προοπτικού βάθους και τα έντονα χρώματα.

Ο Θεοτοκόπουλος διακρίθηκε τόσο σε θρησκευτικές συνθέσεις όσο και σε προσωπογραφίες. Διασώζεται ένας μεγάλος αριθμός προσωπογραφιών του, προσωπικοτήτων κυρίως του στενού περιβάλλοντός του.

Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως τον Τιντορέτο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.

Οι πίνακες που φιλοτέχνησε στην Ιταλία ακολούθησαν τα αναγεννησιακά πρότυπα του 16ου αιώνα, ειδικότερα σε ότι αφορά την απόδοση του φωτός ή την έμφαση στο χρώμα, παραμερίζοντας το βυζαντινό ιδίωμα και υιοθετώντας μία διαφορετική τεχνική και στοιχεία του μανιερισμού.

Το 1577 καταγράφεται η παρουσία του Γκρέκο στην Ισπανία. Το εργαστήριο του γνώρισε μέγιστη ακμή κατά την περίοδο 1600–1607, ενώ συνεργάτης του υπήρξε από το 1597 και ο γιος του, το όνομα του οποίου αναφέρεται σε αρκετά έγγραφα της εποχής.

Πέθανε στις 7 Απριλίου του 1614, και αρχικά θάφτηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στο Τολέδο. Το 1619, ο γιος του μετέφερε το λείψανο του στην εκκλησία του Σαν Τορκουάτο, η οποία αργότερα κατεδαφίστηκε.

Στην απογραφή που συνέταξε ο γιος του μετά το θάνατο τού Γκρέκο, αναφέρονταν 143 ολοκληρωμένοι πίνακες, 45 γύψινα ή πήλινα προπλάσματα, 150 σχέδια, 30 σχέδια για ρετάμπλ καθώς και 200 χαρακτικά έργα.

Πηγή: Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Εμμανουήλ Τζάνες

Ο Εμμανουήλ Τζάνες (Ρέθυμνο, 1610 – Βενετία, 28 Μαρτίου 1690), ο επιλεγόμενος και Μπουνιαλής, εκτός από ζωγράφος, ήταν στιχουργός και συγγραφέας ιερών ακολουθιών.

Το 1636 χρονολογείται το παλαιότερο σωζόμενο έργο του. Πρόκειται για την άψογη, από κάθε άποψη εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα, η οποία εκτίθεται στο Μουσείο Κορρέρ της Βενετίας και φέρει την υπογραφή του «Ποίημα Εμμανουήλ ιερέως του Τζάνε». Το ίδιο έτος ήταν ήδη δόκιμος ζωγράφος και είχε χειροτονηθεί ιερέας. Όταν άρχισε ο Κρητικός Πόλεμος ήταν ακόμα στην Κρήτη και μάλλον έφυγε μετά την κατάληψη του Ρεθύμνου από τους Οθωμανούς το 1646.

Τον Απρίλιο του 1648, βρίσκεται στην Κέρκυρα.

Από τη μελέτη των έργων της Κρητικής και της Κερκυραϊκής περιόδου, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι ο Τζάνες, πολύ πριν μεταναστεύσει στη Βενετία, ήταν ήδη ένας πολύ ικανός και παραγωγικός ζωγράφος.

Οι περισσότερες χρονολογημένες εικόνες του Εμμανουήλ Τζάνε ανάγονται στην ενετική του περίοδο (16581690).

Ο Εμμανουήλ Τζάνες, είναι ιδιαίτερα ικανός στη λεπτολόγο απόδοση των ιταλικών πολυτελών υφασμάτων και των κεντημάτων. Το ίδιο συμβαίνει και στα πρόσωπα που ζωγραφίζει, δίνοντας έμφαση σε μορφολογικά ή ανατομικά χαρακτηριστικά, όπως η διάταξη της κόμης ή οι φλέβες αντίστοιχα. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του διακρίνεται από τη στέρεη δομή των συνθέσεων, τη σταθερότητα του σχεδίου, την δεξιοτεχνία στην απόδοση της λεπτομέρειας και την προσεκτική επιλογή των χρωμάτων.

Πηγή: Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μιχαήλ Δαμασκηνός

Ο Μιχαήλ ή Μιχέλης Δαμασκηνός γεννήθηκε γύρω στο 1530–35 στον βενετοκρατούμενο Χάνδακα.

Πρόκειται για τον σημαντικότερο ίσως ζωγράφο της Κρητικής σχολής.

Διδάχτηκε την τέχνη της ζωγραφικής στην Σχολή της Αγίας Αικατερίνης των Σιναΐτων.

Σε ηλικία 32 ετών (1577–1582) εργάστηκε στη Βενετία, όπου και ήρθε σε επαφή με τα σύγχρονα ρεύματα της τέχνης. Εκεί διετέλεσε μέλος της Ελληνικής αδελφότητος της Βενετίας από το 1577 ως το 1582. Στα έργα του αναδεικνύεται η θαυμαστή συνύπαρξη της βυζαντινής αγιογραφίας με τις τεχνικές της δυτικής ζωγραφικής και της αναγεννησιακής τέχνης.

Έχει φιλοτεχνήσει πολλά έργα τα οποία βρίσκονται σκόρπια σε συλλογές από τον Άγιο Γεώργιο της Βενετίας και το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών έως και την Βυζαντινή Συλλογή της Αγίας Αικατερίνης των Σιναΐτων όπου εκτίθενται έξι από τις σημαντικότερες εικόνες του οι οποίες ανήκαν στην Μονή Βροντησίου όπου φαίνεται να εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο εκεί εργαστήριο της Μονής.

Χαρακτηριστικό των έργων του Μιχαήλ είναι το τριανταφυλλί σάρκωμα που απλώνεται σε κάθε προπλασμό. Λίγες πινελιές πλάθουν τους όγκους. Σε ορισμένες εικόνες τα φώτα, πολύ χυμώδη και ελεύθερα, θυμίζουν παλαιότερα έργα. Ο Δαμασκηνός χρησιμοποιεί συχνά δευτερεύοντα δυτικά στοιχεία, ακόμη και σε αυτά τα έργα και χωρίς να διασπάται η ενότητα του έργου.

Η επίδρασή του στους μεταγενέστερους ζωγράφους ήταν πολύ μεγάλη. Εικονογραφικοί τύποι που αυτός εισήγαγε, έγιναν εξαιρετικά δημοφιλείς και αντιγράφηκαν μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα.

Χάρη στη Μονή Βροντησίου διασώθηκαν μερικές αντιπροσωπευτικές εικόνες του μεγάλου Κρητικού ζωγράφου Μιχαήλ Δαμασκηνού. Οι εικόνες αυτές βρίσκονταν ως το 1800 στο ιστορικό μοναστήρι. Ο τότε Μητροπολίτης Κρήτης Γεράσιμος αντελήφθη τη μεγάλη καλλιτεχνική αξία αυτών των εικόνων και τις μετέφερε στον Άγιο Μηνά, στο Μεγάλο Κάστρο (σημερινό Ηράκλειο). Στον Άγιο Μηνά έμειναν σχεδόν δύο αιώνες. Και το 1970 περίπου μεταφέρθηκαν στο Εκθετήριο Εικόνων και Κειμηλίων της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης, στο Ναό της Αγίας Αικατερίνης.

Πηγή: Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Κρήτη