Ιερά Μονή Βροντησίου
Η μονή του Αγίου Αντωνίου στο Βροντήσι βρίσκεται στις νότιες υπώρειες της οροσειράς του Ψηλορείτη, σε απόσταση περίπου δύο χλμ. από τον οικισμό Ζαρός. Αν και οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την μονή ανάγονται στον πρώιμο 15ο αι., πολύ πιθανόν η ίδρυσή της έγινε αρκετά παλαιότερα. Ο ύστερος 16ος και ο 17ος αι. φαίνεται ότι ήταν η κύρια περίοδος ακμής, αφού τότε κατασκευάσθηκαν πολλά από τα κτίσματά της. Την εποχή αυτή κατασκευάσθηκε στον περίβολο και η μαρμάρινη κρήνη με τον μοναδικό γλυπτό διάκοσμο που απεικονίζει τους Πρωτόπλαστους Αδάμ και Εύα και τους τέσσερις προσωποποιημένους ποταμούς του Παραδείσου ως κρουνούς. Κατεξοχήν δείγματα της ακμής αυτής αποτελούν και οι έξι εικόνες του μεγάλου ζωγράφου της Κρητικής Σχολής Μιχαήλ Δαμασκηνού, οι οποίες είχαν παραγγελθεί για την μονή και σήμερα βρίσκονται στο Μουσείο της Αρχιεπισκοπής Κρήτης στον ναό της Αγίας Αικατερίνης στο Ηράκλειο. Το διώροφο κτηριακό συγκρότημα της μονής αναπτύσσεται βόρεια και δυτικά της αυλής, στο μέσο της οποίας υψώνεται το δίκλιτο καθολικό, αφιερωμένο στον Άγιο Αντώνιο και στην Ψηλάφηση του Θωμά. Το αρχικό μονόχωρο καθολικό προς το τέλος του 16ου αι. επεκτάθηκε προς τα δυτικά και στη συνέχεια, με την προσθήκη στα βόρεια ενός ευρύχωρου κλίτους διπλασιάστηκε. Την ίδια περίοδο προστέθηκε και το δυτικού τύπου πυργόμορφο κωδωνοστάσιο. Το αρχικό κλίτος φέρει στο εσωτερικό του τοιχογραφικό διάκοσμο του 14ου αι., ενώ αποτελεί μοναδική περίπτωση στην Κρήτη που στον κυρίως ναό αντί για τον καθιερωμένο ευαγγελικό κύκλο έχει απεικονιστεί το Μηνολόγιο. Από το σωζόμενο τμήμα του μηνολογίου χαρακτηριστική, στον νότιο τοίχο, είναι η απεικόνιση του Δεκεμβρίου με τους εορτάζοντες αγίους και τη Σφαγή των Νηπίων, ως τελευταία σκηνή του πίνακα για τις 29 του συγκεκριμένου μήνα. Μοναδική στην Κρήτη είναι στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης του ιερού και η παράσταση του Δείπνου του Χριστού στους Εμμαούς που περιβάλλεται από στηθάρια αποστόλων, προφητών και αγγέλων. Η υψηλής ποιότητας ζωγραφική του Βροντησίου, αντιπροσωπευτική της ογκηρής τεχνοτροπίας των αρχών του 14ου αι., θεωρείται ότι εκτελέσθηκε από μετακλητό ζωγράφο ενός από τα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα της εποχής, την Κωνσταντινούπολη ή ίσως τη Θεσσαλονίκη. Στο καθολικό εκτίθενται εικόνες του σπουδαίου κρητικού αγιογράφου Αγγέλου, του 15ου αι., ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει αυτή του Χριστού ως Άμπελος.